Όταν
ένας άνθρωπος από καρκίνο πεθαίνει
μας
λέει να πάρουμε από το χώμα
και
να φτιάξουμε το νέο πάλι,
να
ρίξουμε νερό στον πηλό
που
ξεράθηκε στα χέρια
και
με αυτά να πλάσουμε τον κόσμο
πιο
προσωπικό, ειδικό, μικρό
να
μας χωράει
με
τις θυσίες από μέρα σε μέρα
αλλά
με στοργή στον εαυτό μας,
να
μας αγαπάμε,
αυτό
κι αυτός απηχεί πλέον
με
το έργο που αφήνει εδώ,
στην
αγορά των παλιών συναντήσεων,
όπου
έχουν πληθύνει όσοι φεύγουν από ασθένεια
και
τη στιγμή ακριβώς που φεύγουν
από
την ασθένειά τους μέσα στον πόνο,
δεν
υπάρχει δικαιολογία
για
τα αθωράκιστα χρονικά του σήμερα,
για
τη φτωχοποίηση της ζωής σε μισθό ελληνικό,
η
αμετροέπεια μάς πεθαίνει σαν χώρα
και
αν τώρα δεν είμαστε εμείς, αύριο ποιος ξέρει,
κανείς
δεν ισιώνει το ίσως προς την ελπίδα
όταν
οι αγώνες ηθοποιών και μη καταπατώνται
από
ένα κράτος που εγγυάται ανάπτυξη
σε
ένα ολόγυρα καμένο δάσος.
Αν
δω τα χέρια μου καλύτερα,
θα
προσέξω τις ρίζες του δέντρου που πονάει
για
τη ζωή που χάθηκε
σαν
τηλεφώνημα προτού κοπεί το σήμα,
αλλά
το σήμα ο λαός κανονικά το δίνει
και
ρίχνει το έξω του στα μέσα τα κυκλώματα.
Comments
Post a Comment